застукать - translation to πορτογαλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

застукать - translation to πορτογαλικά


застукать      
(застать) apanhar (em flagrante)

Ορισμός

застукать
1. сов. неперех. разг.
Начать стукать.
2. сов. перех. разг.-сниж.
Захватить, застать врасплох, поймать во время совершения чего-л. предосудительного.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για застукать
1. Боксер, конечно, мог застукать узбека с женой, но еще раньше их мог застукать пацан.
2. Двое хлопцев умудрились застукать более 70 продавцов-нарушителей!
3. Все две недели я пытался "застукать", как меняют бельё.
4. Правда, папарацци так и не удалось застукать эту пару вместе.
5. Ирина Сергиевская уверяет, что животное-фантом удалось застукать даже бывшему директору музея кошек Андрею Абрамову.